αξιολόγηση μαθητών

γράφει η Μαρία Βηλαρά, φιλόλογος, Μ.Α., επιστημονική συνεργάτις

Οι γενικοί τύποι των ερωτήσεων στη διαδικασία αξιολόγησης των μαθητών: Πρακτικές εφαρμογές

Ως εκπαιδευτικοί καλούμαστε, πέρα από την εξεύρεση καινοτόμων, επικαιροποιημένων και αποδοτικών τρόπων διδασκαλίας, να σχεδιάζουμε κατάλληλα τις ερωτήσεις που θέτουμε στους μαθητές μας -οποιασδήποτε σχολικής βαθμίδας- στο πλαίσιο της περιγραφικής/διαμορφωτικής αξιολόγησης. Πρόκειται για ένα είδος αξιολόγησης, που δεν εδράζεται αποκλειστικά σε ποσοτικά, δηλαδή σε βαθμολογικά/αριθμητικά κριτήρια, αλλά σε ποιοτικά κριτήρια, δηλαδή αποτυπώνει, βάσει της περιγραφής και όχι της ατεκμηρίωτης βαθμολόγησης, την εικόνα που έχουμε σχηματίσει για την επίδοση του μαθητή και τις συστάσεις μας για τη βελτίωση αυτής. Στόχος μας είναι η αναγνώριση των λαθών από τους μαθητές, χάρη στην αναλυτική διόρθωση από εμάς, και η αποφυγή τους στο μέλλον.

Τα είδη των ερωτήσεων

Προϊόντος του χρόνου, έχει προταθεί, από αρκετούς φιλοσόφους και διδακτικολόγους, να ξαναγραφούν τα σχολικά εγχειρίδια με την αξιοποίηση ερωτηματικών και μόνο προτάσεων, διότι κυριαρχεί, διαχρονικά, η αντίληψη ότι κάτι τέτοιο θα καθιστούσε πιο γοητευτική και προσιτή την εκπαιδευτική διαδικασία, ενώ, συνάμα, θα διασφάλιζε την αποτελεσματικότερη εμπέδωση της γνώσης από τους μαθητές.

Αναντίρρητα, η συνδρομή των ερωτήσεων στην εκπαίδευση είναι πολυδιάστατη και αυτό φαίνεται από τις κάτωθι λειτουργίες τους:

  1. κωδικοποιούν τις πληροφορίες, ώστε η μάθηση να συντελείται με σαφή και ευχάριστο τρόπο,
  2. συνιστούν εργαλεία αξιολόγησης της κατανόησης, τόσο ως διαδικασίας όσο και ως απόρροιας της μάθησης,
  3. εγγυώνται τη μεγαλύτερη δυνατή συμμετοχή των μαθητών στις εκπαιδευτικές δραστηριότητες,
  4. συντείνουν στην κινητοποίηση και στη διάρθρωση της σκέψης και της έκφρασης των μαθητών· τούτο σημαίνει πως οι μαθητές οι οποίοι μπορούν να παραγάγουν και οι ίδιοι ερωτήσεις, είναι ικανοί να σκέπτονται σωστά και να αφομοιώνουν τη γνώση σε βάθος.

Τα πιο χαρακτηριστικά από τα γενικά είδη παιδαγωγικών ερωτήσεων είναι τα εξής:

  • α. Ερωτήσεις Βάθους: επιζητούν την ουσιαστική γνώση που υφέρπει πίσω από μία επιφανειακή πληροφορία·

π.χ. «Γιατί η Αθήνα έλαβε αυτή την ονομασία στην αρχαιότητα;»,

  • β. Ερωτήσεις Σκοπού: παρωθούν τους μαθητές στην επιτέλεση μίας άσκησης·

π.χ. «Ποιοι είναι οι τρόποι ανάπτυξης της πρώτης παραγράφου του κειμένου αναφοράς και πώς θα σχολιάζατε την πειστικότητα των λεγομένων του συγγραφέα;»,

  • γ. Ερωτήσεις Πληροφορίας: προτρέπουν τους μαθητές να μελετούν έγκριτες βιβλιογραφικές πηγές, έντυπες ή ψηφιακές·

π.χ. «Ανατρέξτε στην Πύλη για την Ελληνική Γλώσσα και εντοπίστε ποια είναι τα είδη των δεικτικών αντωνυμιών στην Αρχαία Ελληνική»,

  • δ. Ερωτήσεις Ερμηνείας: εξετάζουν τον τρόπο με τον οποίο ο μαθητής φτάνει στη νοητική σύλληψη και καταγραφή του ζητουμένου και αξιολογούν τον τρόπο με τον οποίο θα αιτιολογήσει την απάντησή του·

π.χ. «Πώς το κατάλαβες αυτό»; / «Ποια κειμενικά δεδομένα σε οδήγησαν στο συμπέρασμα ότι ο εμφύλιος πόλεμος είναι η χειρότερη μορφή πολέμου;»,

  • ε. Υποθετικές Ερωτήσεις: ανασυγκροτούν την αποκτημένη γνώση, η οποία λειτουργεί ως αφόρμηση για την επακόλουθη, νέα γνώση·

π.χ. «Έστω ότι η εστίαση του δοθέντος κειμένου είναι μηδενική. Ποια άλλα είδη εστίασης συναντάμε σε άλλα κείμενα;»,

  • στ. Ερωτήσεις Οπτικής: αξιολογούν τη δεδομένη οπτική των μαθητών πάνω σε ένα ζήτημα και διερευνούν τις εναλλακτικές θεάσεις του ζητήματος·

π.χ. Ας ανατρέξουμε στο παλιό -και κλασικό πλέον- σχολικό αναγνωστικό της Α΄ Δημοτικού, όπου στο εξώφυλλό του εικονίζονται δύο παιδιά. Τα παιδιά αυτά για τους πρεσβύτερους, που υπήρξαν μαθητές την περίοδο 1956-1974, είναι ο «Μίμης» και η «Λόλα», ενώ για τους νεότερους, που δεν έχουν την ανάμνηση εκείνου του σχολικού βιβλίου, είναι απλώς δύο μαθητές δίχως τη μυθοπλαστική τους ταυτότητα. Σκεφτείτε, ακόμη, και το παράδειγμα της «ελιάς». Με πόσους διαφορετικούς τρόπους μπορούμε, άραγε, να νοηματοδοτήσουμε αυτή τη λέξη; Υπό το πρίσμα της μυθολογίας, η ελιά συσχετίζεται με τη θεά Αθηνά, η οποία προσέφερε το δέντρο αυτό ως δώρο στους Αθηναίους, εκείνοι το προτίμησαν έναντι του νερού που τους χάρισε ο Ποσειδώνας και έτσι η πόλη της Αθήνας έλαβε το όνομα της θεάς. Επίσης, το ιερό αυτό φυτό συνδέεται με τον κότινο, το στεφάνι από κλαδιά αγριελιάς, που ήταν το τιμητικό έπαθλο των ολυμπιονικών στην αρχαιότητα. Υπό το πρίσμα της θεολογίας, παραπέμπει συνειρμικά στο ιερό λάδι του χριστιανικού βαπτίσματος. Αν θέλουμε, μάλιστα, να ενισχύσουμε τη φαντασία των μαθητών, μπορούμε να τους αναφέρουμε ότι το δέντρο της ελιάς θυμίζει το ομώνυμο αρκτικόλεξο του Ελληνικού Λογοτεχνικού και Ιστορικού Αρχείου (Ε.Λ.Ι.Α.), προτρέποντάς τους, παράλληλα, να επισκεφτούν το εν λόγω σωματείο και να αναζητήσουν, διαδικτυακά, πληροφορίες για την τεράστια συνεισφορά του στα Γράμματα και στον Πολιτισμό,

  • ζ. Ερωτήσεις Συνέπειας: εντοπίζουν τις πιθανές αντιφάσεις στη σκέψη των μαθητών·

π.χ. «Είσαι σίγουρος/-η ότι η απάντησή σου έχει στηριχτεί στις δοθείσες πληροφορίες;» και

  • η. Ερωτήσεις Λογικής: σε περίπτωση πλήρους άγνοιας της απάντησης, η επιστράτευση της λογικής και μόνο για την εξεύρεσή της, ενίοτε, αποτελεί παγίδα·

π.χ. «Ποιος ανακάλυψε τον τάφο του Φιλίππου Β΄ στη Βεργίνα; i. ο Μανόλης Ανδρόνικος, ii. η Sharon Stocker, iii. ο Ερίκος Σλήμαν;». Ένας μαθητής που δεν γνωρίζει καθόλου την απάντηση ίσως να σκεφτόταν τα ακόλουθα: «Ο Ανδρόνικος είναι Έλληνας, άρα ευλογοφανής επιλογή. Τη Stocker δεν την ξέρω. Από την άλλη, έχω ακούσει για τις ανασκαφές του Σλήμαν στις Μυκήνες, άρα μάλλον αυτός ανακάλυψε και τον τάφο του Φιλίππου». Λογική σκέψη μεν, μαζί με ανάκληση αποκτημένης γνώσης, αλλά οδήγησε τον μαθητή σε εσφαλμένη εκτίμηση και σε λανθασμένη απάντηση. Στην πραγματικότητα, τον τάφο του Φιλίππου Β΄ στη Βεργίνα έφερε στο φως ο διακεκριμένος αρχαιολόγος και ακαδημαϊκός Μανόλης Ανδρόνικος, το 1977.

Κλείνοντας…

Ας έχουμε κατά νου ότι η μάθηση είναι ένα ευέλικτο μέγεθος που διαστέλλεται συνεχώς και απαιτεί την οξυμένη αντίληψη του ατόμου, προκειμένου να μετουσιωθεί σε ολοκληρωμένη εμπειρία. Όσο περισσότερες γνώσεις συσσωρεύει ο άνθρωπος, στην πορεία του βίου του, χάρη στον ερευνητικό του ζήλο, την οργανωτικότητα, τη μεθοδικότητά του, αλλά και με τα βέλη της υπομονής, της επιμονής, της πειθαρχίας, της ορθοκρισίας και της επανάληψης στην πνευματική του φαρέτρα, τόσο πιο πανηγυρικά επιτυγχάνει τον τελικό στόχο του, που είναι η ουσιαστική μόρφωση και κατάρτισή του.

 

 

«Τριῶν δεῖ παιδεία: φύσεως, μαθήσεως, ασκήσεως»

Αριστοτέλης